
Οστεοπόρωση
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΣΗ;
Η οστεοπόρωση είναι η συχνότερη πάθηση των οστών και χαρακτηρίζεται από μειωμένη οστική αντοχή, που οφείλεται σε μείωση της οστικής πυκνότητας και διαταραχή της μικροαρχιτεκτονικής των οστών, με αποτέλεσμα αυξημένη ευθραυστότητα και αυξημένο κίνδυνο καταγμάτων. Η οστεοπόρωση διακρίνεται σε: Πρωτοπαθή •Μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση •Οστεοπόρωση των ηλικιωμένων ή γεροντική οστεοπόρωση Δευτεροπαθή Η πιο συχνή μορφή οστεοπόρωσης είναι η μετεμμηνοπαυσιακή. •Εμφανίζεται σε γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση και σχετίζεται με τη μειωμένη παραγωγή οιστρογόνων, που φυσιολογικά παρατηρείται σε αυτή την ηλικία των γυναικών. •Η λεγόμενη οστεοπόρωση των ηλικιωμένων εμφανίζεται σε γυναίκες και άνδρες ηλικίας 70 ετών και πάνω. •Η δευτεροπαθής οστεοπόρωση αναπτύσσεται σε ασθενείς με ορισμένες παθήσεις, όπως είναι π.χ. ο υπερπαραθυρεοειδισμός, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, ο υπογοναδισμός, ο υπερθυρεοειδισμός και το σύνδρομο δυσαπορρόφησης. •Επίσης δευτεροπαθής οστεοπόρωση μπορεί να εμφανιστεί σε ασθενείς που παίρνουν για μακρό χρονικό διάστημα ορισμένα φάρμακα, όπως είναι τα γλυκοκορτικοειδή (δηλ. η κορτιζόνη), η θυρεοειδική ορμόνη σε δόση μεγαλύτερη από ό,τι χρειάζεται για την αντιμετώπιση του υποθυρεοειδισμού, τα αντιεπιληπτικά φάρμακα ή η ηπαρίνη. Αν και η οστεοπόρωση γενικά θεωρείται ως πάθηση των γυναικών είναι σημαντικό να τονιστεί πως προσβάλλει και τους άνδρες.
ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΠΡΟΛΑΒΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ/ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΝΟΣΟΥ;
Παρ’ όλο που η οστεοπόρωση εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από κληρονομικά αίτια είναι δυνατόν, με μέτρα που θα πάρουμε σε νεαρή ηλικία, να προλάβουμε τις σοβαρές μελλοντικές επιπτώσεις της πάθησης. Ο κύριος στόχος στην πρόληψη είναι να αποκτήσουμε την μεγαλύτερη δυνατή κορυφαία οστική πυκνότητα, δηλαδή την μεγαλύτερη τιμή οστικής μάζας που θα φθάσει κάποιος στο τέλος της σκελετικής του ανάπτυξης και ωρίμανσης, που ολοκληρώνεται στην ηλικία των 20 – 25 χρόνων. Το «κτίσιμο» δυνατών οστών κατά τη διάρκεια της παιδικής και εφηβικής ηλικίας μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη της οστεοπόρωσης σε μεγαλύτερες ηλικίες. Στα προληπτικά μέτρα για την εμφάνιση και εξέλιξη της νόσου κατά την ενήλικη ζωή περιλαμβάνονται: •Σωστή διατροφή Έχει αποδειχθεί ότι η διατροφή που είναι ισορροπημένη σε λευκώματα και φτωχή σε αλάτι, βελτιώνει την οστική πυκνότητα. •Τροφές πλούσιες σε ασβέστιο και βιταμίνη D (Vit D) δρουν ευεργετικά στο σκελετό. •Διακοπή καπνίσματος Το κάπνισμα διαταράσσει το φυσιολογικό ρυθμό οστικής παραγωγής και αυξάνει τον κίνδυνο καταγμάτων. •Αποφυγή αλκοόλ Η καθημερινή κατανάλωση αλκοόλ πάνω από 2 ποτήρια κρασιού ή πάνω από μισό ποτήρι ισχυρού αλκοολούχου ποτού (βότκα, ουίσκι κ.ά.) επιδεινώνει την οστεοπόρωση. •Αποφυγή υπερβολικής κατανάλωσης καφέ. Η καθημερινή λήψη καφέ πάνω από 3 φλιτζάνια αυξάνει την απώλεια ασβεστίου από τα οστά και επηρεάζει αρνητικά την οστική πυκνότητα. •Συστηματική σωματική άσκηση Συνιστάται συνδυασμός ασκήσεων ενδυνάμωσης μυών, διατάσεων και αερόβιας άσκησης υψηλής και μέτριας έντασης. Πρόκειται για ασκήσεις που ανάλογα με τις ανάγκες του ατόμου μπορεί να γίνουν στην παραλία (ρακέτες), στην ύπαιθρο (τζόκινγκ), στο σπίτι (διάδρομος, χορός, ανέβασμα σκάλας) ή στο γυμναστήριο. Ακόμα και το καθημερινό βάδισμα γρήγορα για 30 λεπτά αποτελεί άσκηση. Επίσης, τα ομαδικά αθλήματα και οι ασκήσεις με αντιστάσεις (λάστιχα, βαράκια) επηρεάζουν ευεργετικά τα οστά, φορτίζοντας το σκελετό και προάγοντας την παραγωγή οστού με έμμεσο τρόπο.
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ;
Η οστεοπόρωση είναι μια σιωπηρή νόσος για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η οστική απώλεια συμβαίνει σταδιακά και συνήθως δεν υπάρχουν συμπτώματα μέχρι να συμβεί το πρώτο κάταγμα. Η κύρια κλινική εκδήλωση της οστεοπόρωσης είναι τα κατάγματα χαμηλής ενέργειας, δηλ. τα κατάγματα που συμβαίνουν μετά από ελαφρού βαθμού τραυματισμό, όπως είναι π.χ. η πτώση από την όρθια θέση. Περίπου στο 40% των περιπτώσεων τα οστεοπορωτικά κατάγματα αφορούν τους σπονδύλους, 20% τον αυχένα του μηριαίου οστού, 20% την κερκίδα και 20% διάφορα άλλα οστά. Απώλεια ύψους και κύφωση αποτελούν όψιμες εκδηλώσεις της οστεοπόρωσης και οφείλονται σε σπονδυλικά κατάγματα.
ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ Η ΔΙΑΓΝΩΣΗ;
Η διάγνωση της οστεοπόρωσης γίνετε με τη μέτρηση της οστικής πυκνότητας. Για τη μέτρηση αυτή η πιο χρήσιμη και αξιόπιστη μέθοδος είναι η μέτρηση της απορρόφησης διπλοενεργειακών φωτονίων, που είναι γνωστή ως DEXA ( Dual Energy X-ray Αbsorptiometry.) Στην περίπτωση που η μέτρηση οστικής πυκνότητας που έχετε κάνει δείξει ότι έχετε χαμηλή οστική μάζα ή οστεοπενία, το εργαλείο FRAX μπορεί να βοηθήσει σημαντικά τον ιατρό σας να πάρει απόφαση για το αν θα πρέπει να σας χορηγήσει φαρμακευτική αγωγή ή όχι. Ο δείκτης FRAX χρησιμοποιεί το αποτέλεσμα της μέτρησης καθώς και άλλες παραμέτρους του ιατρικού ιστορικού σας για να υπολογίσει τον κίνδυνο που έχετε να υποστείτε κάταγμα του ισχίου τα επόμενα 10 έτη. Καθώς σημαντικός αριθμός νοσημάτων σχετίζεται με την οστεοπόρωση κατά την αρχική διερεύνηση του ασθενή είναι επίσης απαραίτητος ένας εργαστηριακός έλεγχος που να περιλαμβάνει αιματολογικές, βιοχημικές και ορμονικές εξετάσεις.
ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ;
Σήμερα υπάρχουν αρκετά φάρμακα για την αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης. Μια κατηγορία αυτών των φαρμάκων μειώνει την οστική απώλεια ενώ μια άλλη αυξάνει την οστική παραγωγή. Η επιλογή της θεραπευτικής αγωγής, το πότε πρέπει να ξεκινήσει, με ποια φάρμακα και για πόσο διάστημα, είναι κάτι που θα πρέπει να το αποφασίσει ο γιατρός με βάση το ιστορικό, την ηλικία, το φύλο και την βαρύτητα της νόσου. Συμπληρωματικά όλοι οι ασθενείς με οστεοπόρωση πρέπει να λαμβάνουν ασβέστιο και βιταμίνη D.